Έλληνας (όχι) όσο κι εσύ;
Με αφορμή την τελευταία προκήρυξη του ΟΑΕΔ για τη δράση «Προώθηση της απασχόλησης μέσω προγραμμάτων κοινωφελούς χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένης και της κατάρτισης, σε Δήμους, Περιφέρειες και Κέντρα Κοινωνικής Πρόνοιας», θέλουμε να φέρουμε στο προσκήνιο μια χρόνια ανεπίτρεπτη διάκριση εις βάρος Ελλήνων πολιτών λόγω εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής. Το πρόγραμμα αφορά 30.333 θέσεις πλήρους απασχόλησης σε Δήμους, Περιφέρειες και Κέντρα Κοινωνικής Πρόνοιας της χώρας, οι οποίες θέσεις προορίζονται για Έλληνες πολίτες και αφορούν από πολιτικούς μηχανικούς, μέχρι βοηθούς εργασιών καθαριότητας. Ωστόσο, η συγκεκριμένη προκήρυξη αποκλείει εξαρχής μια ομάδα Ελλήνων πολιτών, θέτοντας στα γενικά προσόντα πρόσληψης το εξής κριτήριο:
Όσοι απέκτησαν την ελληνική ιθαγένεια με πολιτογράφηση δεν μπορούν να προσληφθούν πριν από τη συμπλήρωση ενός (1) έτους από την απόκτηση της μέχρι την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας υποβολής των ηλεκτρονικών αιτήσεων. Δικαιούνται να είναι υποψήφιοι και όσοι απέκτησαν την ελληνική ιθαγένεια με πολιτογράφηση, αλλά δεν έχει παρέλθει έτος από την απόκτηση της εφόσον μέχρι την απόκτηση της ήταν υπήκοοι κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Το συγκεκριμένο κριτήριο δεν ορίζεται αποκλειστικά από τον ΟΑΕΔ, αντιθέτως εφαρμόζεται σε κάθε πρόσληψη στο δημόσιο, σύμφωνα με το Δημοσιοϋπαλληλικό Κώδικα (Ν. 3528/2007 άρθρο 4, παρ. 4). Ωστόσο μας προβληματίζει, διότι γίνεται ξεκάθαρη εφαρμογή διακριτικής μεταχείρισης εις βάρος προσώπου λόγω καταγωγής.
Για την ακρίβεια, οι περιορισμοί αυτοί έρχονται σε αντίθεση με την αρχή της ίσης μεταχείρισης, όπως ορίζεται στο άρθρο 3, παρ. 1 του Ν. 4443/16 για την Ίση Μεταχείριση: “η αρχή της ίσης μεταχείρισης ανεξαρτήτως φυλής, χρώματος, εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής, γενεαλογικών καταβολών, θρησκευτικών ή άλλων πεποιθήσεων, αναπηρίας ή χρόνιας πάθησης, ηλικίας, οικογενειακής ή κοινωνικής κατάστασης, σεξουαλικού προσανατολισμού, ταυτότητας ή χαρακτηριστικών φύλου στον τομέα της εργασίας και της απασχόλησης, εφαρμόζεται σε όλα τα πρόσωπα, στο δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα”, και ειδικότερα “όσον αφορά: α) τους όρους πρόσβασης στην εργασία και την απασχόληση εν γένει, συμπεριλαμβανομένων των κριτηρίων επιλογής και των όρων πρόσληψης, ανεξάρτητα από τον κλάδο δραστηριότητας και σε όλα τα επίπεδα της επαγγελματικής ιεραρχίας, καθώς και τους όρους υπηρεσιακής και επαγγελματικής εξέλιξης.”
Επιπλέον, το κριτήριο αυτό εναντιώνεται στη συνταγματική αρχή της ισότητας των Ελλήνων πολιτών (άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος), μιας αρχής δεσμευτικής για το κράτος. Το Συμβούλιο της Επικρατείας άλλωστε είχε τοποθετηθεί στο θέμα, κρίνοντας ότι η διάκριση των Ελλήνων πολιτών ανάλογα με την εθνική τους καταγωγή, για την πρόσβαση στις δημόσιες λειτουργίες, δεν είναι συνταγματικώς επιτρεπτή (ΟλΣτΕ 3317/2014).
Πέραν από τους πολιτογραφημένους η διάκριση αυτή αφορά και τη δεύτερη γενιά, δηλαδή τα άτομα που αιτούνται την ελληνική ιθαγένεια λόγω γέννησης και φοίτησης στην Ελλάδα. Αναρωτιόμαστε λοιπόν, εφόσον όσοι αποκτούν την ελληνική ιθαγένεια εξομοιώνονται με τους έχοντες την ελληνική ιθαγένεια από καταγωγή και έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις, πώς δικαιολογείται μια τέτοια διάκριση μεταξύ Ελλήνων πολιτών;
Θέτουμε το συγκεκριμένο ζήτημα σήμερα, καθώς σε μια εποχή αυξημένης ανεργίας δεν δικαιολογείται να αποκλείονται από διαδικασία πρόσληψης άτομα με κύριο γνώμονα τον τρόπο απόκτησης της ιθαγένειας, ένα κριτήριο άσχετο με την ικανότητα του υποψηφίου. Εξάλλου τι γίνεται σε αυτόν τον έναν χρόνο; Ωριμάζει η ελληνικότητα, σαν τον παλιό καλό κρασί;