Το Άνοιγμα της Βαλίτσας

ιθαγενεια

Γράφει η Nataliya R.*


– Καλημέρα σας, ήρθα να γραφτώ στο δημοτολόγιο, είπα περήφανα λες και ήρθα να παραλάβω υποτροφία από το πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.
– Πότε σας ήρθε η απόφαση; Η φωνή πίσω από τον κισσέ.
– Πριν μια εβδομάδα. Η φωνή μου μπροστά από τον κισσέ.
– Ααα όχι… θα έρθετε μετά από είκοσι μέρες για να προλάβει να ενημερωθεί το σύστημά μας.

Έφυγα.


Είκοσι μέρες αργότερα


– Καλημέρα σας, ήρθα να γραφτώ στο δημοτολόγιο, ηχούσα πιο μαζεμένη τώρα… σαν να γραφόμουν μια κατηγορία πιο κάτω… στο Κέιμπριτζ ας πούμε.
– … (κοιτιόμαστε)
– Έχουν περάσει είκοσι μέρες από την παραλαβή της απόφασης, είπα χωρίς να με ρωτήσει κανείς τίποτα.
– Ωραία, τι έχετε δώστε μου.

Δίνω την απόφαση

– Τι άλλο έχετε;
– Τι άλλο θέλετε;
– Διαβατήριο, άδεια παραμονής ….είστε παντρεμένη;
– Είμαι, είπα και πήρα στάση άμυνας.
– Παιδάκια;
– Όχι ακόμα, χαμογέλασα και χαλάρωσα κάπως.
– Κι εμείς που το ξέρουμε;

Μου έπεσε το σαγόνι

– Τι εννοείτε;
– Εννοώ πως θέλουμε αντίγραφο της οικογενειακής μερίδας του άνδρα σας που να φαίνεται εάν έχετε παιδιά.
– Καλό μεσημέρι, αντίο.

Έφυγα.


Δέκα μέρες αργότερα


– Καλημέρα σας, ήρθα να γραφτώ στο δημοτολόγιο, τη φορά αυτή η φράση ηχούσε σαν με ερωτηματικό… να γραφτώ στο δημοτολόγιο;;;
– Διαβατήριο, άδεια παραμονής ….είστε παντρεμένη;
– Να και η οικογενειακή μερίδα, πετάχτηκα όλο χαρά σαν τη φυτούκλα από το μπροστινό θρανίο, και δεν έχω παιδιά.
– Από πού είστε;
– Ουκρανία.
– Ωραία, θα μου φέρετε μια βεβαίωση ότι δεν έχετε παιδιά ούτε στην Ουκρανία.
– Από πού;;;;;
– Δεν γνωρίζω, από την αρμόδια αρχή σας. Επικυρωμένο και μεταφρασμένο στα Ελληνικά.
– Καλό μεσημέρι, αντίο.

Έφυγα.


Επόμενη μέρα χαράματα πήγα στην Φιλοθέη


Στον κισσέ πριν από μένα είχε κατασκηνώσει μια κυρία που σε επτά διαφορετικές χώρες είχε επτά διαφορετικά επίθετα, και που εκείνη την ημέρα αποφάσισε να τα κάνει όλα ένα, το πατρικό της. Υπόθεση για δυνατούς λύτες. Μια ήρεμη και μεθοδική φωνή της εξηγούσε την διαδικασία, την οποία και πιστεύω πως εφεύρισκε εκείνη τη στιγμή. Όταν η μεθοδική φωνή έστειλε την επτεπίθετη να συμπληρώσει μια στοίβα αιτήσεις πιο πέρα, βγήκα μπροστά με τα απομεινάρια που έχω για Ρωσική γλώσσα.

– Καλημέρα σας, θα ήθελα να αιτηθώ μια βεβαίωση που να βεβαιώνει πως δεν έχω τέκνα στην Ουκρανία, βεβαίως.

Φούσκωσα σαν παγώνι, μα που τις βρήκα τόσο ωραίες λέξεις για να εκφραστώ, όχι μπράβο μου!

– Τι θέλετε;;;;

Καλά θα το απλοποιήσω…

– Θέλω ένα χαρτί που να γράφει ότι δεν έχω παιδιά στη χώρα μου.
– Έχετε;
– Όχι.
– Ορίστε, δεν έχετε, από μας τι θέλετε;
– Να μου το επιβεβαιώσετε εγγράφως.
– Γιατί δεν είστε σίγουρη;

Το γνωστικό μου σύστημα για λίγο κόλλησε.

– Μου το ζητούν στο δημαρχείο για να προχωρήσει η εγγραφή μου στο δημοτολόγιο.
– Κυρία μου δεν ξέρω τι σας ζητούν, αλλά εμείς δεν έχουμε τη βάση να το ελέγξουμε αυτό, και δεν υπάρχει ούτε και η φόρμα μιας τέτοιας βεβαίωσης. Αλλά πείτε μου ξανά για τι το χρειάζεστε;
– Πήρα την ελληνική ιθαγένεια και μου το ζητούν στο δημαρχείο για να προχωρήσει η διαδικασία.
– Α.. πολύ ωραία, πριν φύγετε να μας παραδώσετε το Ουκρανικό διαβατήριο, δεν δεχόμαστε διπλή υπηκοότητα.
– Μα δεν έχω ακόμα ελληνικά έγγραφα.
– Αφού πήρατε την ιθαγένεια.
– Εγκρίθηκε, δεν την πήρα.
– Τότε το διαβατήριο δεν το χρειάζεστε.
– Το χρειάζομαι, δεν έχω άλλο.
– Η λογική που είναι;
– Αν τη δείτε, την ψάχνω κι εγώ, αντίο σας.

Πήρα τσάντα, μπουφάν, το διαβατήριο σφιχτά και εγκατέλειψα το χώρο.


Την ίδια μέρα στο δημαρχείο


– Καλημέρα σας, ήρθα να γραφτώ στο δημοτολόγιο.

Τη φορά αυτή μια άλλη υπάλληλος με κοιτούσε από την αντίπερα όχθη.

– Διαβατήριο, άδεια παραμονής, άρχισα μονόλογο μιας και τη διαδικασία την είχα μάθει πια για τα καλά, είμαι παντρεμένη, δεν έχω παιδιά, να η οικογενειακή μερίδα, βεβαίωση από την πρεσβεία δεν έχω, μου είπαν πως δεν υπάρχει τέτοιο έγγραφο….

Η υπάλληλος έπαιρνε σιωπηλά τα έγγραφα που της έδινα ένα ένα … μέχρι που σταμάτησε και με κοιτούσε.

– Δεν χρειαζόμαστε κάποιο έγγραφο από την πρεσβεία, είπε ήρεμα γεμάτη απορία.

Τα εγκεφαλικά μου κύτταρα αυτοπυρπολήθηκαν ομαδικά, μα το πρόσωπό μου δεν συσπάστηκε ούτε στο ελάχιστο, συνέχισα να την ακούω ανέκφραστη.

– …θα πάτε όμως στο δήμο που τελέστηκε ο γάμος για να αλλάξετε την ιθαγένεια και τελειώσαμε.

Φεύγω, παίρνω ταξί, πάω Αργυρούπολη, αλλάζω τα στοιχεία, γυρίζω στην Κοτζιά, στον κισσέ η αρχική υπάλληλος, σαν τον Κέρβερο στις πύλες του Άδη.

– Καλημέρα σας, ήρθα να γραφτώ στο δημοτολόγιο.

Όλα γύρω μου φάνταζαν λες και μπήκα σε νέα πίστα του Resident Evil σε VR έκδοση, με άλλα λόγια δεν ήξερα από πού θα μου ’ρθει.

– Ξεκίνησα τη διαδικασία με μια άλλη κυρία και μου έλειπε ΜΟΝΟ αυτό, είπα όλο υπονοούμενο, το οποίο μάλλον και κατάλαβα μόνο εγώ.

Πήρε το χαρτί που της πρότεινα και το έβαλε μαζί με τα άλλα, άρχισε να ελέγχει εάν είναι όλα εκεί. Όσο εκείνη ξεφύλλιζε τους φόβους μου εγώ ένιωθα έτοιμη να πάω σε όποια άκρη της Αθήνας με έστελνε, αλλά αυτό θα τελείωνε σήμερα.

– Είναι όλα εδώ, είπε ο Κέρβερος και ένα από τα τρία κεφάλια μου έκλεισε το μάτι.
– Με ακούτε; συνέχισε η υπάλληλος και η φαντασία μου διαλύθηκε, θα έρθετε σε είκοσι μέρες να παραλάβετε τα νέα σας έγγραφα.


Είκοσι μέρες αργότερα, σε άλλον κισσέ


– Γεια σας, ήρθα για να παραλάβω αυτό, είπα και έσπρωξα το χαρτάκι.
– Δεν το βρίσκω, είπε ο υπάλληλος, για πηγαίνετε στο κισσέ που καταθέσατε.

Πλησίασα με τρόμο στα μάτια.

– Δεν βρίσκουν τον φάκελο μου, είπα στο κενό και έδωσα το ίδιο χαρτάκι.

Η υπάλληλος σηκώθηκε, πήγε στο διπλανό γραφείο, μετά πήγε στο πιο δίπλα, μετά έδωσε το χαρτάκι σε μια άλλη υπάλληλο που με τη σειρά της πήγε ακόμα παραδίπλα και όλοι μαζί γύριζαν από γραφείο σε γραφείο μην βρίσκοντας αυτό που έψαχναν.

– Ελάτε πάλι αύριο.

Το αύριο ήρθε. Πήγα, πήρα και απήλθα.


Πίστα «Δημαρχείο» τέλος, επόμενη πίστα «Αστυνομία»


Αφού Googlαρα τι χρειάζεται για να βγάλεις ταυτότητα μετά από αλλαγή ιθαγένειας και δεν βρήκα τίποτα (πέρα από ένα forum που με έστελνε μια βόλτα από την Π. Ράλλη), ανέβηκα στον τέταρτο όροφο του αστυνομικού τμήματος.

– Καλημέρα σας, ήρθα να βγάλω ταυτότητα, ξεστόμισα σαν από άλλη ζωή.
– Καλημέρα, περάστε, μου απάντησε ο αστυνόμος σαν από άλλη διάσταση.

Συμπληρώσαμε τα απαραίτητα έγγραφα, συζητήσαμε, αστειευτήκαμε, μαλώσαμε το μάρτυρα που αργούσε…. Ήμουν στο τμήμα χωρίς να φοβάμαι πια και μιλούσα με έναν άνθρωπο και όχι με μια απειλητική στολή.

Αφού έλεγξα τα στοιχεία μου, όλοι μου οι φόβοι χάθηκαν κάπου βαθειά στο μηχάνημα πλαστικοποίησης. Από την άλλη πλευρά βγήκε το εισιτήριό μου για μια νέα ζωή.

Πήρα την ταυτότητά μου, ευχαρίστησα τον αστυνόμο, πήρα αγκαζέ τον φίλο μου τον Στράτο και βγήκα από το τμήμα ως πολίτης της χώρας που με μεγάλωσε, της Ελλάδας. Κάπου στη μέση της Κοραή σήκωσα το κεφάλι ψηλά, κάτω από το μεσημεριανό ήλιο. Χαμογέλασα. Χρήσιμο πράγμα οι βαλίτσες αλλά μόνο για να τις παίρνεις και να ταξιδεύεις, ελεύθερος. Γιατί κάπως έτσι μυρίζει η ελευθερία.


Game Over


* Το κείμενο αποτελεί συνέχεια του άρθρου που είχε γράψει η ίδια πριν 3 χρόνια “Κρυμμένη στο Πατάρι με τις Βαλίτσες”.